Sir Edward Elgar (1857- 1934)
«Υπάρχει μουσική στον αέρα, μουσική ολόγυρά μας.
Ο κόσμος είναι γεμάτος μουσική και μπορείς να πάρεις όση θέλεις»
Sir Edward Elgar
Άγγλος συνθέτης και διευθυντής ορχήστρας.
Ο Έντουαρντ Έλγκαρ γεννιέται το 1857 στο μικρό χωριό Lower Broadheath της Αγγλίας. Ο πατέρας του ο Γουίλιαμ είναι επαγγελματίας μουσικός και έμπορος μουσικών οργάνων, διευθύνει τοπικές χορωδίες και παίζει εκκλησιαστικό όργανο. Διαθέτει μουσικό κατάστημα που πουλάει όργανα καιπαρτιτούρες. Επίσης είναι χορδιστής πιάνων. Με τη γυναίκα του την Αν έχουν αποκτήσει επτά παιδιά και ο Έντουαρντ είναι το τέταρτο. Έχοντας μεγαλώσει μέσα στη μουσική ο Έντουαρντ εξελισσεται σε θαυμάσιο βιολιστή και είναι αυτοδίδακτος στη θεωρία μελετώντας τις παρτιτούρες του Μπαχ και του Μπετόβεν. Αρχίζει να συνθέτει. Προσπαθεί να μάθει γερμανικά με την ελπίδα να μπορέσει να σπουδάσει στο Ωδείο της Λειψίας. Μάταια όμως, αφού ο πατέρας του δεν έχει την οικονομική δυνατότητα. Αφήνοντας το σχολείο δεκατέσσερα ετών, ο Έλγκαρ πηγαίνει να δουλέψει σε γραφείο. Φεύγει μετά από ένα χρόνο και βγάζει τα προς το ζην παραδίδοντας μαθήματα βιολιού και πιάνου – μια οδυνηρή διαδικασία που απαιτούσε να περπατά πολλά χιλιόμετρα μέχρι τα σπίτια των μαθητών του. Μαζεύει και το τελευταίο κέρμα για να πηγαίνει μια φορά την εβδομάδα στο Λονδίνο και να παίρνει μαθήματα στο βιολί και τη σύνθεση. Μια άλλη πηγή εισοδήματος είναι το Άσυλο Φρενοβλαβών της Κομητείας του Γουόρσεστερ. Ο διευθυντής του πιστεύει ότι η μουσική έχει θεραπευτικές ιδιότητες και οργάνωσε μια ορχήστρα για να παίζει τακτικά στους ασθενείς. Ο Έλγκαρ, ως διευθυντής της ορχήστρας, αρέσκεται στο να βάζει τους μουσικούς να παίζουν τις συνθέσεις του σ’αυτό το αλλόκοτο περιβάλλον. Τα έργα του σύντομα ξεπέρασαν τις δυνατότητες της ορχήστρας του ασύλου, αλλά οι εκδότες, οι διευθυντές και οι διοργανωτές των συναυλιών δεν δείχνουν ενθουσιασμό. Νιώθει ότι τον παραμελούν επειδή είναι φτωχός και καθολικός και φοβόταν ότι η μουσική του δεν θα πετύχαινε ποτέ.
Στα πρώτα ταξίδια του στο εξωτερικό έχει τη δυνατότητα και τη μεγάλη χαρά να ακούσει και να γνωρίσει τους Σεν-Σανς, Σούμαν, Μπραμς, Ρουμπινστάιν, Βάγκνερ. Σε κάθε ευκαιρία συμμετέχει σε μουσικά σχήματα και φεστιβάλ και καταφέρνει να ευδοκιμήσει στους μουσικούς κύκλους κυρίως της Αγγλίας.
Το 1886 αναλαμβάνει μια νέα μαθήτρια, την Άλις Ρόμπερτς. Πρόκειται για μια νεαρή που προκαλεί θαυμασμό και δέος: οκτώ χρόνια μεγαλύτερή του, ποιήτρια με δημοσιευμένα έργα και κόρη υποστράτηγου. Αρραβωνιάζονται εν μέσω γενικής κατακραυγής, λόγω της ταξικής τους διαφοράς, που ενοχλεί και τις δύο οικογένειες. Εξάλλου, όσο κι αν πιστεύει η Άλις στο ταλέντο του, ο Έλγκαρ παραμένει ένας 30χρονος άγνωστος συνθέτης, που ζει από τα ιδιαίτερα μαθήματα κι από την ορχήστρα του Φρενοκομείου. Όμως η Άλις έχει χρήματα και κάνει τα πάντα για να τον κάνει διάσημο. Το δώρο του Έλγκαρ προς την αγαπημένη του είναι ένα υπέροχο κομμάτο για βιολί και πιάνο το «Salut d’Αmour». Παντρεύονται μετά από τρία χρόνια και αποκτούν μια κόρη.
Κατά τη διάρκεια του 1890, ο Έλγκαρ αποκτά τη φήμη ως συνθέτης κυρίως έργων για χορωδιακά φεστιβάλ. Τραβά την προσοχή των κριτικών που γράφουν γι’ αυτόν με ευγένεια και όχι με ενθουσιασμό. Το 1901 αρχίζει να γράφει τη γνωστότερη σύνθεσή του, το Εμβατήριο αρ 1 «Εν χορδαίς και οργάνοις». Μόλις το τελείωσε, η βασίλισσα Βικτορία πεθαίνει και ανακοινώνεται η στέψη του Εδουάρδου Ζ. Ο Έλγκαρ σκέφτηκε ότι, με τους κατάλληλους στίχους, η μελωδία θα ήταν ταιριαστή για τηντελετή. Το αποτέλεσμα είναι η «Ωδή της στέψης», σε στίχους του ποιητή Α.Κ. Μπένσον. Το φινάλε της ωδής εκδίδεται και ως ξεχωριστό άσμα με τίτλο «Γη της ελπίδας και της δόξας», που γνωρίζει αμέσως επιτυχία και γίνεται ο ανεπίσημος εθνικός ύμνος. Ξαφνικά, ο Έλγκαρ και η Άλις έχουν όση επιτυχία θέλουν. Το 1904 στο Κόβεν Γκάρντεν γίνεται «Φεστιβάλ Έλγκαρ», μια τιμή που δεν έγινε ποτέ σε Άγγλο συνθέτη, όπου παρέστη το βασιλικό ζεύγος. Από εκεί και μετά, η οικογένεια ζει στο ζενίθ της δημοτικότητας. Πραγματοποιεί επισκέψεις στο εξωτερικό και κυρίως στην Αμερική για να αποδεχθεί τον διδακτορικό τίτλο από το Πανεπιστήμιο του Γιέλ.
Το 1910 ο διεθνούς φήμης βιολιστής FritzKreisler παραγγέλνει ένα Κοντσέρτο για βιολί από τον Έλγκαρ, το οποίο πρωτοπαρουσιάζεται από τη Βασιλική Φιλαρμονική Εταιρεία και τη Συμφωνική Ορχήστρα του Λονδίνου, με τον Κράισλερ σολίστα και τον Έλγκαρ μαέστρο, δημιουργώντας τον απόλυτο θρίαμβο.
Ο Α Παγκόσμιος Πόλεμος τον αποσυντονίζει, αλλά και σωματικά τον κουράζει. Το μεγαλύτερο χτύπημα είναι ο θάνατος της αγαπημένης και αφοσιωμένης συζύγου του. Η υγεία του αρχίζει να κλονίζεται. Υποφέρει από εξουθενωτικούς πόνους για χρόνια και τελικά διαγνώστηκε ότιπάσχει από μη εγχειρίσιμο καρκίνο του παχέος εντέρου. Πεθαίνει τον Φεβρουάριο του 1934 και θάβεται στον οικογενειακό τους τάφο δίπλα στη σύζυγό του, στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία του St Wulstan στο Little Malvern.
Ήταν ο πρώτος συνθέτης που αναγνωρίστηκε διεθνώς έπειτα από ελάχιστα χρόνια από τον θάνατό του στη μουσική ιστορία του έθνους του. Μάλιστα από το 1999-2007, απεικονιζόταν στο πίσω μέρος του χαρτονομίσματος των 20 λιρών. Έχει τιμηθεί με τον τίτλο του Ιππότη.
Παρ’ όλο που η γραφή του δεν διακρίνεται τόσο για τον εθνικό της χαρακτήρα, «ηχεί» αγγλική, ακολουθώντας πάντα τα ρομαντικά πρότυπα, ενώ θεωρείται ότι άνοιξε το δρόμο στη Νέα Αγγλική Σχολή του Vaughan Williams και του Gustav Holst. Η μουσική του, όπως και η προσωπικότητά του, είναι ένα κράμα θερμής και μεγαλοφυούς εξωτερίκευσης και μιας βαθιάς μελαγχολικής ενδοσκόπησης. Η επιτυχία του Έλγκαρ ως συνθέτη του επέτρεψε να γίνει ερασιτέχνης επιστήμονας και να πειραματίζεται με εκρηκτικά (!) Οι «Παραλλαγές Αίνιγμα», ένα από τα σημαντικότερα έργα του, προανήγγειλε μια πιο προσωπική και ιδιαίτερη γραφή. Ακολουθεί το «Όνειρο του Gerontius» που μαζί με το προηγούμενο του χάρισαν διεθνή αναγνώριση. Έγραψε εκκλησιαστική μουσική, συμφωνίες και μουσική δωματίου. Τα κοντσέρτα του για βιολί και βιολοντσέλο κατέχουν ξεχωριστή θέση στο ρεπερτόριο των οργάνων.
«H ιδιοφυΐα του Elgar αυξήθηκε στο μέγιστο ύψος της στα ορχηστρικά έργα του»
William Henry Reed
Μουσικός και βιογράφος του Elgar
«Η φροντίδα μιας ιδιοφυΐας είναι έργο ζωής για κάθε γυναίκα»
Από το ημερολόγιο της συζύγου του Alice
Ο τάφος της οικογένειας Έλγκαρ
στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία του St Wulstan στο Little Malvern.