Dmitri Shostakovich (1906-1975) Γράφει η Νατάσα Παπαστάθη Καθηγήτρια Μουσικής

Aθανασία Παπαστάθη

Dmitri Shostakovich (1906-1975)

«Θα δουλέψω ακατάπαυστα στον τομέα της μουσικής

και εκεί θ’ αφιερώσω ολόκληρη τη ζωή μου»

Dmitri Shostakovich

Ρώσος συνθέτης και πιανίστας, κορυφαίος μουσικός του 20ου αιώνα.

Ο Ντμίτρι Σοστακόβιτς γεννιέται στην Αγία Πετρούπολη το 1906. Ο πατέρας του είναιπολωνικής καταγωγής, ενώ η μητέρα του είναι πιανίστρια ελληνικής καταγωγής. Παρά το μουσικό περιβάλλον που επικρατεί στο σπίτι, ο Ντμίτρι δεν ενδιαφέρεται για τη μουσική. Η μητέρα του όμως, καταφέρνει να τον στρέψει προς αυτή την κατεύθυνση αρκετά νωρίς κι έτσι, το ταλέντο του στο πιάνο φαίνεται από τα εννιά του χρόνια, καθώς σύντομα παρουσιάζει και τις πρώτες του συνθέσεις. Με τέτοιες επιδόσεις γίνεται δεκτός στο Ωδείο της Πετρούπολης για να σπουδάσει πιάνο και σύνθεση. Εκεί διευθυντής είναι ο Γκλαζουνόφ, ο οποίος παρακολουθεί εντυπωσιασμένος την πρόοδο του νεαρού με το απόλυτο αυτί και τη μουσική ωριμότητα και δεν είναι λίγες οι φορές που τον ενισχύει οικονομικά.

  Το 1922 χάνει τον πατέρα του και η οικονομική καταστροφή της οικογένειας είναι γεγονός. Τώρα ακριβώς αρχίζει να εργάζεται ως πιανίστας σε προβολές ταινιών βουβού κινηματογράφου και αποφοιτά από το Ωδείο. Για την αποφοίτησή του γράφει και παρουσιάζει την 1η του Συμφωνία με φανερά μεγάλη επιτυχία στην πρεμιέρα της και η οποία του προσφέρει παγκόσμια αναγνώριση. Επιδίδεται σε ρεσιτάλ και ηχογραφήσεις έργων κυρίως δικών του, αλλά εξαιτίας μιας πάθησης που του δημιουργήθηκε στα χέρια του και εξελίσσεται ραγδαία, η ερμηνευτική του ικανότητα είναι κάπως περιορισμένη. Παθαίνει φυματίωση, μια ασθένεια που θα τον ταλαιπωρήσει μέχρι το τέλος της ζωής του. Ανακαλύπτει και εξερευνά τη μουσική του Μάλερ, η οποία τον επηρεάζει στη μουσική γραφή από την 4η Συμφωνία και μετά. Παντρεύεται τη φυσικομαθηματικό Νίνα Βάρζαρ με την οποία αποκτούνε δύο παιδιά.

  Στις αρχές της δεκαετίας του 1930 αρχίζει να εργάζεται στο Εργατικό Νεανικό Θέατρο. Παρότι έχει μικρό πόστο, η θέση του αυτή τον προφυλάσσει από ιδεολογικές επιθέσεις και αμφισβητήσεις. Μεγάλο μέρος αυτής περιόδου αφιερώνεται στη σύνθεση της όπερας «Η Λαίδη Μάκμπεθ». Η πρώτη της εκτέλεση γίνεταιστην Αγία Πετρούπολη και γνωρίζει αμέσως επιτυχία από κάθε άποψη. Ειπώθηκε ότι υπήρξε «αποτέλεσμα της γενικότερης επιτυχίας του σοσιαλιστικού οικοδομήματος, της σωστής πολιτικής του Κόμματος» και ότι μια τέτοια όπερα «θα μπορούσε να έχει γραφτεί μόνο από Σοβιετικό συνθέτη, μεγαλωμένο μέσα στο καλύτερο κομμάτι της παράδοσης της σοβιετικής κουλτούρας». Κατά τα δύο επόμενα χρόνια η φήμη και η δημοτικότητα του συνθέτη αυξάνονται και το έργο του δέχεται επαίνους από κριτικούς και κοινό.

 Λίγα χρόνια μετά ο Σοστακόβιτς χάνει τηνεύνοια του κράτους. Αφορμή είναι η επίσκεψη του Στάλιν στο θέατρο όπου παρουσιαζόταν η «Λαίδη Μάκμπεθ». Ο ηγέτης παρακολουθεί το έργο κάτω από αυστηρά μέτρα ασφαλείας, για την αποφυγή ενδεχόμενης απόπειρας δολοφονίας του. Λέγεται μάλιστα ότι εγκατέλειψε το θέατρο κατά τη διάρκεια της παράσταση, γεγονός που έμοιαζε με καταστροφή, μέσα στο κλίμα των εκκαθαρίσεων, των νυχτερινών συλλήψεων και του διαρκούς φόβου της δυσμένειας του κόμματος. Το αν ο Στάλιν ενοχλήθηκε από τις φιλελεύθερες θέσεις της όπερας, από τον χαρακτήρα της μουσικής ή από την αυξανόμενη δημοτικότητα του Σοστακόβιτς, παραμένει αδιευκρίνιστο, όπως και φράση που αποδίδεται σε αυτόν «Κάποιος πρέπει να τον σταματήσει». Η εκστρατεία δυσφήμισης, που είναιυποκινούμενη από τον ίδιο τον Στάλιν ξεκινά με μια σειρά επιθέσεων εναντίον του συνθέτη σε εφημερίδα, με ένα άρθρο υπό τον τίτλο «Σύγχυση αντί μουσικής», που καταδίκαζε το έργο ως φορμαλιστικό. Οι παραστάσεις διακόπτονται και ο συνθέτης κυριεύεται από φόβο, κατάθλιψη και σκέψεις αυτοκτονίας, οι οποίες εμφανίζονται κατά διαστήματα σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Γίνεται εμμονικός και ψυχαναγκαστικός. Οι παραγγελίες έργων αρχίζουν να αραιώνουν και το εισόδημά του μειώνεται σχεδόν κατά τα τρία τέταρτα. Η 5η Συμφωνία του σημειώνει μεγάλη επιτυχία και παραμένει ένα από τα δημοφιλέστερα έργα του. Μετά την πρεμιέρα το έργο παρουσιαζόταν ως επιστροφή του συνθέτη στην επίσημη «γραμμή» του κόμματος.

Το 1937 αρχίζει να διδάσκει σύνθεση στο Ωδείο της Μόσχας, το οποίο του παρέχει κάποια οικονομική ασφάλεια αλλά παρεμβάλλεται στην προσωπική του δημιουργική δουλειά. Τέσσερα χρόνια μετά παίρνει το «Βραβείο Στάλιν» για το «Κουιντέτο για πιάνο και έγχορδα». Με το ξέσπασμα του πολέμου μεταξύ Ρωσίας-Γερμανίας, ο συνθέτης παραμένει στο Λένινγκραντ (μετονομασία της Αγίας Πετρούπολης), όπου, κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της πόλης γράφει την 7η Συμφωνία ή Συμφωνία του Λένινγκραντ. Μάλιστα συνεισφέρει στην κρατική εκστρατεία εμψύχωσης, εκφωνώντας, μεταξύ άλλων,ραδιοφωνικό διάγγελμα προς τον ρωσικό λαό. To 1943 η οικογένεια μετακομίζει στη Μόσχα. Τα περίφημα έργα εκείνων των δύσκολων χρόνων απεικονίζουν κατά σειρά τα έντονα συναισθήματα και το δύσκολο κλίμα που επικρατούσε: η 7η Συμφωνία μια ηρωική πάλη ανάμεσα στις αντιξοότητες, η 8η Συμφωνία το πένθος για τις απώλιες του πολέμου, η οποία και απαγορεύτηκε, και η 9η Συμφωνία είναι μια ειρωνική παρωδία και όχι ένας ύμνος νίκης.

  Μερικά χρόνια αργότερα ο Σοστακόβιτς δέχεται καταγγελία για φορμαλισμό και αγωνιά για τη σύλληψή του. Τα περισσότερα από ταέργα του απαγορεύθηκαν, πιέζεται να μετανοήσει δημόσια και η οικογένειά του στερήται τα προνόμιά της. Οι περιορισμοί στη μουσική και την ιδιωτική του ζωή  χαλαρώνουν σταδιακά, προκειμένου να εξασφαλισθεί η συμμετοχή του σε μια αντιπροσωπεία επιφανών Σοβιετικών στις ΗΠΑ. Το 1951 ο συνθέτης ορίζεται αντιπρόσωπος στο «Ανώτατο Σοβιέτ». Ο θάνατος του Στάλιν το 1953 αποδεικνύεται το σημαντικότερο βήμα για την επίσημη αποκατάσταση του Σοστακόβιτς, η οποία επισφραγίζεται με την 10η Συμφωνία του. Το έργο αυτό περιλαμβάνει κωδικούς και αξιοσημείωτα μοτίβα, τα οποία ακόμη και σήμερα αποτελούν αντικείμενα συζήτησης και ερμηνείας.

   Μετά τον θάνατο της γυναίκας του ξαναπαντρεύεται, αλλά ο γάμος αυτός έχει διάρκεια τρία χρόνια, καθώς υπάρχουν κόντρες και ασυμφωνίες. Ταξιδεύει αρκετά στο εξωτερικό και παρακολουθεί φεστιβάλ, μουσικές παραστάσεις, εκδηλώσεις κοινωνικού ενδιαφέροντος. Σε μια συνέντευξη τύπου που δίνει μαζί με άλλους Σοβιετικούς συνθέτες το 1960, εκφράζει την επιθυμία του να προσχωρήσει στο Κομμουνιστό κόμμα. Κάνει τον τρίτο του γάμο με την Ιρίνα, μια αρκετά νεότερη γυναίκα που τον φροντίζει πολύ και τον υπεραγαπά. Τα προβλήματα υγείας του σε συνδυασμό με τον ψυχισμό του από την όλη ταλαιπωρία της ζωής του τον αποδυναμώνουν. Πεθαίνει το 1975 από καρκίνο των πνευμόνων και είναι θαμμένος στο Κοιμητήριο Νοβοντέβιτσι.

  Η μουσική του είναι κυρίως τονική και ακολουθεί το ρομαντικό ιδίωμα, αλλά έχει και στοιχεία ατονικότητας, χρωματικότητας και σειραϊσμού. Όλα του τα έργα είναι σημαδεμένα από συναισθηματικές ακρότητες-τραγική ένταση, αλλόκοτο και εκκεντρικό πνεύμα, χιούμορ, παρωδία και άγριο σαρκασμό. Έχει επηρεαστεί από συνθέτες που θαύμαζε, όπως Μπαχ, Μπετόβεν, Μπεργκ, Μάλερ, Μουσόργκσι, Προκόφιεφ, Στραβίνσκι.

​​​​​​

«Αν μου κόψουν και τα δύο χέρια, θα γράφω μουσική κρατώντας την πένα με τα δόντια

«Αν η μουσική μου αφήσει κάποιο χνάρι στον αιώνα, θα είμαι ευτυχισμένος»

«Ο Στραβίνσκι είναι ο συνθέτης που λατρεύω, όμως είναικαι ο στοχαστής που περιφρονώ» 

«Χωρίς την καθοδήγηση του κόμματος, θα είχα δείξει μεγαλύτερη λαμπρότητα, θα είχα χρησιμοποιήσει περισσότερο σαρκασμό, θα είχα αποκαλύψει τις ιδέες μου αντί να αναγκάζομαι να καταφεύγω σε καμουφλάζ»

Dmitri Shostakovich

 

 

 

 

https://www.facebook.com/vasw.tsiagkou
roz-panthiras-adv1
χαλβάς Γούναρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *