Igor Stravinsky (1882-1971) Γράφει η Νατασα Παπασταθη

Igor Stravinsky (1882-1971)

«Η μουσική, στο σύνολό της, δεν είναι τίποτε άλλο από μια ακολουθία παρορμήσεων που συγκλίνει σ’ ένα τελικό σημείο παύσης»

                                                                           Igor Stravinsky

Ο Γίγαντας της μουσικής τέχνης

Ρώσος συνθέτης, διευθυντής ορχήστρας, πιανίστας και συγγραφέας.

Ο Στραβίνσκι γεννιέται στο Λομονόσοφ της Ρωσίας το 1882. Ο πατέρας του είναι βαθύφωνος στην όπερα του Κιέβου και η μητέρα του κόρη ενός υψηλόβαθμου πολιτικού στελέχους. Από μικρός δείχνει ενθουσιασμό για τη μουσική και αρχίζει μαθήματα πιάνου, θεωρίας και σύνθεσης.Παρά τις εξαιρετικές μουσικές του επιδόσεις, οι γονείς του τον ωθούν να σπουδάσει νομική. Όταν όμως στα είκοσι χρόνια του γνωρίζεται με τον Ρίμσκι Κόρσακοφ, εγκαταλείπει τις σπουδές στη νομική και στρέφεται στην τέχνη των ήχων. Έγινε μαθητής του και τον θεωρούσε «δεύτερο πατέρα του». Η πρώτη του σύνθεση είναι η Συμφωνία σε μι ύφεση. Παντρεύεται την πρώτη του ξαδέρφη Κάθριν και αποκτούν τέσσεραπαιδιά. Ζει συνθέτοντας και παρουσιάζοντας τα έργα του. Σε μια από τις συναυλίες του, στο κοινό βρίσκεται ο ρώσος ιμπρεσάριος και διευθυντής των ρωσικών μπαλέτων Ντιαγκίλεφ, ο οποίος είναι εντυπωσιασμένος από τη μουσική του Στραβίνσκι. Θέλει να ανεβάσει ένα μείγμα ρωσικής όπερας και μπαλέτου στο Παρίσι κι έτσι ξεκινάει η συνεργασία του με τον συνθέτη. Αποτέλεσμα αυτής είναι το «Πουλί της φωτιάς», και η «Πετρούσκα», οι πρεμιέρες των οποίων γίνονται αποδεκτές με ενθουσιασμό από το κοινό. Τα πράγματα όμως δε συνεχίζουν κατά τον ίδιο τρόπο, διότι στην «Ιεροτελεστία της Άνοιξης» η ριζοσπαστική φύση της μουσικής και της χορογραφίας  προκαλούν σύγχυση και ταραχή στο κοινό. Αμέσως μετά την πρεμιέρα της Ιεροτελεστίας, αρρωσταίνει από τύφο και ταλαιπωρείται αρκετά. Αρκετό καιρό μετά την ανάρρωσή του  μετακομίζει με την οικογένειά του στο Μόργκες της Ελβετίας, αφού ο Α Παγκόσμιος Πόλεμος και η Ρωσική Επανάσταση δεν επέτρεπαν την επάνοδο στην πατρίδα.

  Τα οικονομικά προβλήματα είναι ένα γεγονός που δεν μπορεί εύκολα να διαπραγματευτεί. Κατά τη σύνθεση του έργου «Η ιστορία του στρατιώτη» ζητά οικονομική ενίσχυση από τον Ελβετό φιλάνθρωπο και ερασιτέχνη κλαρινετίστα Ράινχαρτ, ο οποίος φέρθηκε πλουσιοπάροχα. Σε ευγνωμοσύνη, ο συνθέτης αφιέρωσε το έργο στον προστάτη του και του χάρισε τη χειρόγραφη παρτιτούρα.

  Τον Ιούνιο τυ 1920 η οικογένεια μετακομίζει στη Γαλλία. Μέχρι να βρεθεί μόνιμο σπίτι τους φιλοξενεί η Κοκό Σανέλ στο αρχοντικό της στο Παρίσι, η οποία στηρίζει τον Στραβίνσκι οικονομικά στις προσπάθειές του να ανεβείξανά. Την επόμενη χρονιά ο συνθέτης γνωρίζει και ερωτεύεται την Βέρα ντε Μποσέτ, ήδη παντρεμένη, ξεκινούν σχέση, ώστε εκείνη, για χατήρι του, εγκαταλείπει τον σύζυγό της. Ο Στραβίνσκι κάνει διπλή ζωή μέχρι το 1938 που χάνει την μικρότερη κόρη και τη νόμιμη σύζυγό του από φυματίωση. Εν τω μεταξύ, σε όλο αυτό το διάστημα παραμονής της οικογένειας στη Γαλλία, οι μουσικές δραστηριότητες και αναζητήσεις του δε σταματούν. Αποκτά τη γαλλική υπηκοότητα και δημοσιεύει στη γαλλική γλώσσα τα απομνημομνεύματά του με τίτλο «Chroniques de ma Vie».

   Μια επιτυχημένη περιοδεία στην Αμερική τον φέρνει σε επαφή με σπουδαία, για την εξέλιξη της καριέρας του, πρόσωπα. Αποφασίζει λοιπόν να μετακομίσει με τη Βέρα στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου και παντρεύονται στη Μασαχουσέτη το 1940. Η προσαρμογή του στη Γαλλία σε πολύ νεώτερη ηλικία δε συγκρίνεται με την απόφαση να παραμείνει στην Αμερική. Εδώ όμως, οι ευκαιρίες είναι διαφορετικές και ίσως πιο ενδιαφέρουσες. Τον εντυπωσιάζει η αυξανόμενη πολιτιστική κίνηση του Λος Άντζελες, ειδικά κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου, όταν εγκαταστάθηκαν εδώ συνθέτες, μαέστροι, ποιητές, συγγραφείς, κριτικοί. Η παραγωγή του έργου του είναι μεγάλη και σημαντική. Μετά από πέντε χρόνια παραμονής τους στην Αμερική ο Στραβίνσκι και η Βέρα πολιτογραφούνται Αμερικανοί πολίτες. Χρησιμοποιεί τη νεοαποκτηθείσα αμερικανική υπηκοότητα για να εξασφαλίζει εύκολα τα πνευματικά δικαιώματα, επιτρέποντας έτσι, να κερδίζει χρήματα από αυτά. Τον Ιανουάριο του 1962, κατά τη διάρκεια της περιοδείας του στην Ουάσινγκτον, ο Στραβίνσκι καλείται σε δείπνο στον Λευκό Οίκο προς τιμήν του ΠροέδρουΤζον Κένεντι και τον εορτασμό των 80ωνγενεθλίων του, όπου λαμβάνει ένα ειδικό μετάλλιο για την «Αναγνώριση που έχει πετύχει η μουσική του». Λίγο αργότερα επισκέπτεται τη Ρωσία μετά από πενήντα χρόνια, προσκεκλημένος από την Ένωση Σοβιετικών Συνθετών για να πραγματοποιήσει παραστάσεις. Εκεί συναντιέται με τους σπουδαίους μουσουργούς Σοστακόβιτς και Χατσατουριάν.

  Τα συνεχή ταξίδια και οι μακρινές μετακινήσεις κούρασαν τον Στραβίνσκι, ο οποίος αρχίζει να έχει δυσκολία στην ομιλία και στην κίνηση. Στις τελευταίες του συναυλίες είναι όλο και πιο αδύναμος και διευθύνει καθιστός την ορχήστρα. Πεθαίνει τον Απρίλιο του 1871 από πνευμονικό οίδημα κι έναν εξαντλημένο οργανισμό από στομαχικό έλκος, πνευμονία, πολυκυτταραιμία. Σύμφωνα με τις επιθυμίες του, θάβεται στη ρωσική γωνία του νεκροταφείου Σαν Μικέλε στη Βενετία της Ιταλίας, αρκετά μέτρα από τον τάφο του Σεργκέι Ντιαγκίλεφ.

Ο τάφος του Στραβίνσκι στο Σαν Μικέλε

  Το έργο του χαρακτηρίζεται από μια συνεχή αναζήτηση καθώς διαδοχικά υιοθετεί διαφορετικές τεχνοτροπίες. Αρχικά παραμένει πιστός στα μουσικά βιώματα της πατρίδας του που τα πλουτίζει με αρμονικούς, μορφολογικούς και ρυθμικούς νεωτερισμούς. Αργότερα η μουσική του γίνεται πιο ραφιναρισμένη και κοσμοπολίτικη. Κατόπιν κάνει μια στροφή προς το νεοκλασικισμό και γίνεται θερμός υποστηρικτής της παράδοσης. Κατά την τελευταία περίοδο της ζωής του επιχειρεί μια καινούρια στροφή προς το δωδεκαφθογγισμό. Σημάδεψε ανεξίτηλα με τις επαναστατικές του συνθέσεις τη μουσική του 20ου αιώνα. Παρέμεινε σ’ όλη του τη ζωή πιστός στη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία και η μουσική του εμπνέονταν απ’ αυτή την πίστη και την αντανακλούσε. Οι επικριτές του κάποτε έγραφαν για «μουσική χωρίς ψυχή», «γυμνή από έκφραση και συναίσθημα»…

«Δεν οδηγήθηκα από κάποιο συγκεκριμένο σύστημα…Όταν σκέπτομαι τη μουσική άλλων συνθετών αυτής της εποχής που μ’ ενδιαφέρει, τη μουσική του Μπεργκ που είναι συνθετική και του Βέμπερν που είναι αναλυτική, μου φαίνονται τόσο θεωρητικές σε σχέση με τη μουσική της Ιεροτελεστίας. Και αυτοί οι συνθέτες ανήκαν και υποστηρίζονταν από μια μεγάλη παράδοση. Πίσω απ’ την Ιεροτελεστία της Άνοιξης υπάρχει λίγη άμεση παράδοση και καθόλου θεωρία. Βοηθός μου είναι η ακοή μου. Ακούω, και γράφω ό,τι ακούω»

                                                                        IgorStravinsky

          για το μπαλέτο του “Η Ιεροτελεστία της Άνοιξης”

«Δεν αρκεί ν’ακούμε μουσική, πρέπει και να τη βλέπουμε. Τι θα μπορούσε κανείς λοιπόν να πει για όλες αυτές τις κακόγουστες γκριμάτσες με τις οποίες προσπαθούν τόσο συχνά οι ερμηνευτές να εκφράσουν τα «κρυφά νοήματα»της μουσικής παραμορφώνοντας την με τις εκφράσεις τους;»

                                                                         Igor Stravinsky