Edward MacDowell (1860-1908)
«Όταν εμφανίστηκε ο Έντουαρντ ΜακΝτάουελ, πολλοί Αμερικανοί ένιωσαν ότι επιτέλους εδώ περίμενε το έθνος ο “μεγάλος Αμερικανός συνθέτης”…»
Gilbert Chase
Αμερικανός ιστορικός και κριτικός μουσικής
Αμερικανός συνθέτης και πιανίστας της υστερορομαντικής περιόδου.
Ο Έντουαρντ Μακντάουελ γεννιέται στη Νέα Υόρκη το 1860. Παίρνει τα πρώτα μαθήματα πιάνου και θεωρίας από τον φίλο της οικογένειας Juan Buitrago, τον Pablo Desverine και την Teresa Carreno. Το 1877 γίνεται δεκτός με υποτροφία στο Ωδείο του Παρισού, ενώ συνεχίζει στο Ωδείο Dr.Hoch’s της Φρανκφούρτης πιάνο και σύνθεση. Επισκέπτεται τον Λιστ και μετά από αυτή τη γνωριμία ο Λιστ εκτιμάει τον έργο του και τη μουσική προσωπικότητα του νεαρού και τον συστήνει στους μουσικούς εκδότες Breitkopf και Hartel.Με το τέλος των σπουδών του παραμένει στη Γερμανία όπου ασχολείται με ρεσιτάλ και διδασκαλία πιάνου στην Ακαδημία Σμιτ στο Ντάρμασταντ και στο Βισμπάντεν. Παντρεύεται τη μαθήτριά του Marian Nevins με την οποία δεν αποκτούν παιδιά. Σε αυτή τη φάση της ζωής του ασχολείται σχεδόν αποκλειστικά με τη σύνθεση, πράγμα που φέρνει οικονομικές δυσχαίρειες. Μετακομίζει με τη σύζυγό του στη Βοστώνη όπου διαπρέπει ως πιανίστας και ως δάσκαλος. Μερικά χρόνια αργότερα διορίζεται στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια και ταυτόχρονα διευθύνει το Mendelssohn GleeClub, μια δημοφιλή ορχήστρα της Νέας Υόρκης για την οποία ο Μακντάουελ γράφει έργα προς ερμηνεία.
Η μουσική αλλά και η διοικητική θέση που κατέχει στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια του δημιουργούν συχνά-πυκνά άγχος και στρεσογόνες καταστάσεις. Μετά από μια ρήξη με τον πρόεδρο του Πανεπιστημίου, ο Μακντάουελ παραιτείται και κατόπιν τούτου πέφτει σε κατάθλιψη και υποφέρει από πονοκεφάλους και αϋπνίες. Σαν να μην έφτανε όλο αυτό, παθαίνει κι ένα ατύχημα, καθώς τον τραυματίζει άσχημα ένα αυτοκίνητο. Η ψυχική του διαταραχή είναι πλέον εμφανής και τον οδηγεί σε άνοια. Το Mendelssohn Glee Club, συμπονώντας τον άνθρωπο που του έδωσε αξία και πνοή, συγκεντρώνει χρήματα για να τον βοηθήσει στην επικείμενη θεραπεία και φροντίδα. Η αγαπημένη και ακούραστη σύζυγός του τον φροντίζει μέχρι την τελευταία του πνοή. Πεθαίνει στη Νέα Υόρκη το 1908 και είναι θαμμένος στη Φάρμα Hillcrest που είχαν αγοράσει με τη σύζυγό του.
Είχε ιδρύσει το The Macdowell Colony, τη λεγόμενη Κατοικία και Εργαστήριο καλλιτεχνών. Τιμήθηκε με τον τίτλο του Διδάκτορα της Μουσικής από το Πανεπιστήμιο του Πρίστον. Ήταν ένας από του επτά πρώτους που επιλέχθηκαν για συμμετοχή στην Αμερικανική Ακαδημία Τεχνών και Γραμμάτων και ήταν επίσης ανάμεσα στους πέντε αμερικανούς συνθέτες που τιμήθηκαν σε μια σειρά γραμματοσήμων.
Ως συνθέτης επηρεάζεται τόσο από τους γερμανούς ρομαντικούς όσο και από το ινδιάνικο φολκλόρ. Η μουσική του είναι ρομαντική στο ύφος, γοητευτικά μελωδική και σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής που αρχίζει να ξεθωριάζει. Έγραψε κοντέρτα για πιάνο, ορχηστρικές σουϊτες, συμφωνικά ποίηματα, έργα για πιάνο, τραγούδια και πολλές διασκευές για πιάνο έργων για πληκτροφόρα του 18ου αιώνα. Χρησιμοποίησε και το ψευδώνυμο Έντγκαρ Θορν.