Ο ΣΥΝΘΕΤΗΣ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ
Γράφει η Νατάσα Παπαστάθη, καθηγήτρια μουσικής
Παύλος Καρρέρ (1829 – 1896)
Ο Εθνικός Μουσουργός
Έλληνας Επτανήσιος συνθέτης
Ο Παύλος Καρρέρ ή Καρρέρης γεννιέται στη Ζάκυνθο το 1829 σε μια αριστοκρατική οικογένεια με ρίζες από Μάλτα και Κύπρο. Παίρνει την προκαταρκτική εκπαίδευση στη γενέτειρά του και στα δέκα του χρόνια πηγαίνει στην Κέρκυρα για να φοιτήσει στο Ιόνιο Γυμνάσιο. Τρία χρόνια αργότερα αναχωρεί για την Ευρώπη μαζί με τον θείο του Κωνσταντίνο Καρρέρ, με σκοπό να σπουδάσει στο περίφημο Λύκειο Ερρίκος Δ των Παρισίων. Οι πολιτικές ανωμαλίες αναγκάζουν θείο και ανηψιό να εγκαταλείψουν την πόλη του φωτός και να κατευθυνθούν προς το Λονδίνο. Στην περιπετειώδη διαδρομή τους ο θείος εγκαταλείπει τον Παύλο στο Λίβερπουλ. Εδώ, ένας ευπατρίδης ο Τζέιμς Σπενς τον αναλαμβάνει υπό την προστασία του κι έτσι ο νεαρός παίρνει τα πρώτα μαθήματα μουσικής από την ανηψιά του Σπενς, Μαρία. Όταν επιστρέφει στη Ζάκυνθο ένα χρόνο μετά, το ενδιαφέρον του για τη μουσική παραμένει αμείωτο: παρακολουθώντας όλες τις παραστάσεις των ξένων μελοδραματικών θιάσων που επισκέπτονται το νησί, αρχίζει να συνθέτει. Παίρνει μαθήματα μουσικής από τούς Ιταλούς Κρίκα και Μιραγκίνι, καθώς και μαθήματα φιλολογίας και ιστορίας από τον Ιγνάτιο Στρατούλη, μετέπειτα επίσκοπο Κυθήρων. Παρακολουθεί τα θεωρητικά της μουσικής με τον Νικόλαο Μάντζαρο. Αυτή την εποχή συνθέτει διάφορες επιτυχίες του, όπως το βαλσάκι «Το αηδόνι» και τη μικρή όπερα «Ο προσκυνητής της Καστίλλης». Μετά από πρόταση του Μάντζαρου, η Φιλαρμονική Εταιρεία Κέρκυρας τον ανακηρύσσει επίτιμο μέλος της.
Συνεχίζει τις μουσικές σπουδές του στο Μιλάνο κι εδώ ανεβαίνουν με επιτυχία στο θέατρο Καρκάνο οι πρώτες του όπερες «Δάντης και Βεατρίκη», «Ισαβέλλα του Άσπεν», σε ιταλικά λιμπρέτα και οι «Χοροί» κυκλοφορούν από τους εκδοτικούς οίκους Ricordi και Canti.
Επιστρέφει στην Ελλάδα μετά από επτά χρόνια και συνθέτει τραγούδια και όπερες εμπνευσμένα από την πρόσφατη αλλά και την αρχαία ιστορία του τόπου, κάτι που του δίνει ιδιαίτερη θέση στην ιστορία της ελληνικής μουσικής. Εμπνευσμένος από τους αγώνες των Ελλήνων για εθνική ανεξαρτησία, συνθέτει την όπερα «Μάρκος Μπότσαρης», την οποία αφιερώνει στους βασιλείς Όθωνα και Αμαλία. Η όπερα αυτή ανεβαίνει επί δεκαετίες και μέχρι και στις αρχές του 20ου αιώνα θεωρείται η σημαντικότερη ελληνική όπερα. Ακολουθούν «Η Κυρά-Φροσύνη», «Μαρία Αντουανέτα», «Δέσπω», «Μαραθών-Σαλαμίς». Δυστυχώς, αυτή την εποχή δεν υπάρχει ελληνικός μελοδραματικός θίασος και κατ’ ανάγκην πολλά έργα εκτελούνται από Ιταλούς τραγουδιστές στα ιταλικά. Τα πράγματα αλλάζουν μετά την ίδρυση του Πρώτου Ελληνικού Μελοδραματικού Θιάσου (1888) από τον Αντώνιο Λάνδη και τον Ιωάννη Καραγιάννη και του «Ελληνικού μελοδράματος», που ιδρύθηκε από τον Λαυράγκα το 1900.
Παντρεύεται την ερμηνεύτρια των έργων του, Ζακυνθινή σοπράνο, Ισαβέλλα Γιατρά, με την οποία ζει ευτυχισμένος μέχρι το τέλος της ζωής του, 1896.
Η μουσική του Καρρέρ είναι βαθύτατα επηρεασμένη από το ιταλικό μελόδραμα, ιδιαίτερα από τον πρώιμο Βέρντι και το μπελκάντο. Κάποιοι μουσικοκριτικοί θεωρούν ότι η μουσική του δεν παρουσιάζει πρωτοτυπία. Με τον χρόνο, όμως, ο Καρρέρ ανέπτυξε το δικό του προσωπικό ύφος, χρησιμοποιώντας και στοιχεία από την παραδοσιακή μουσική της ηπειρωτικής Ελλάδας. Μελοποιεί σύγχρονούς του ποιητές και ζητάει μανιωδώς έμπνευση από την ιστορία του έθνους, κυρίως από το 1821. Εκτός από τις όπερες, έγραψε θρησκευτική μουσική, μπαλέτα, μουσική δωματίου, σολφέζκαι τραγούδια, δημοφιλέστερα των οποίων υπήρξαν τα: «Γέρο Δήμος», «Μόλις έφεγγε τ’ αστέρι» και «Ξύπνα γλυκειά μου αγάπη».
Διατελεί πρόεδρος της Φιλαρμονικής Εταιρείας Ζακύνθου και βραβεύεται με το Χρυσό Αριστείο στα «Ολύμπια» του 1876. Κατά τη διάρκεια της καλλιτεχνικής του σταδιοδρομίας ο Καρρέρ επίσης εργάζεται ως μουσικοδιδάσκαλος, διευθυντής ορχήστρας και συμβασιούχος ιμπρεσάριος. Τα περισσότερα έργα του έχουν χαθεί λόγω φυσικών καταστροφών των Ιονίων Νήσων (σεισμοί) και ό,τι έχει σωθεί οφείλεται στη μέριμνα του Ν. Βαρβιάνη, από τον οποίο γνωρίζουμε και τα περισσότερα στοιχεία της ζωής του συνθέτη. Οι πέντε του προαναφερείσες όπερες που σώζωνται βρίσκονται σήμερα στο αρχείο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Επτανήσιους συνθέτες και δημοφιλέστερους μουσουργούς του 19ου αιώνα και είναι ουσιαστικά ο πρώτος συνθέτης που συνέδεσε το όνομά του με τη συστηματική προσπάθεια δημιουργίας εθνικής όπερας στην Ελλάδα του 19ου αιώνα. Δικαίως χαρακτηρίστηκε ως ο πρώτος Έλληνας «εθνικός» μουσουργός
Ισαβέλλα Γιατρά – Ελληνίδα υψίφωνος, σύζυγος Καρρέρ