Gioachino Rossini (1792-1868)
«Τίποτε δεν ευνοεί την έμπνευση όσο η ανάγκη»
Gioachino Rossini
Ο Ιταλός Μότσαρτ
Ιταλός συνθέτης.
Γεννήθηκε στο Πεζάρο το 1792 και πήρε τα πρώτα μουσικά μαθήματα από τον πατέρα του που ήταν περιπλανώμενος κορνίστας και τη μητέρα του που ήταν τραγουδίστρια σοπράνο. Αρχίζει σοβαρά να ασχολείται με τη μουσική παίρνοντας ιδιαίτερα μαθήματα τσέμπαλου και πιάνου, ενώ αργότερα γράφεται στο Ωδείο της Μπολόνια για βιολοντσέλο και αντίστιξη. Έχει μια εξαιρετική φωνή και είναι μέλος της χορωδίας της τοπικής εκκλησίας. Η φωνή του ενθουσιάζει το κοινό και ο Χάυδν προτείνει να ευνουχιστεί προκειμένου να διατηρήση τη φωνή σοπράνο – πράγμα που η μητέρα του αποτρέπει παντελώς. Στα 12 χρόνια του γράφει «Σονάτες για έγχορδα» με φανερή την επιρροή του Χάυδν και του Μότσαρτ στο έργο του. Η φήμη του αρχίζει να απογειώνεται όταν στα 18 του γράφει την πρώτη του όπερα «Υπόσχεση γάμου». Έχει αμέσως επιτυχία και ο Ροσίνι γίνεται περιζήτητος σε όλες τις όπερες της Ιταλίας. Γίνεται επίσης γνωστός γαι την ταχύτητα με την οποία γράφει τέτοια περισπούδαστα έργα [«Ο κουρέας της Σεβίλλης» σε μόλις 13 ημέρες(!)] και το όνομα του νεαρού συνθέτη ακούγεται σε όλο τον κόσμο.
Παντρεύεται τη διάσημη σοπράνο Ιζαμπέλα Κολμπράν, με την οποία αποκτούν ένα γιο, και μετακομίζει στη Βιέννη, όπου οι όπερές του αποθεώνονται από το κοινό. Ανυπομονεί να γνωρίσει από κοντά τον Μπετόβεν. Σε συνάντηση που έχουν στο σπίτι του μεγάλου μουσουργού, ο Ροσίνι σοκάρεται όταν τον βλέπει με βρόμικα ρούχα σ’ ένα άθλιο διαμέρισμα, αλλά οι δυό τους κάνουν μια σοβαρή συζήτηση. Όπως ήταν αναμενόμενο, ο Μπετόβεν συνεχάρη τον νεαρό Ροσίνι για τον «Κουρέα της Σεβίλλης», αλλά τον συμβουλεύει να περιοροιστεί στις κωμικές μόνο όπερες: «…ώστε εσύ είσαι ο Ροσσίνι, ο συνθέτης του Κουρέα της Σεβίλλης. Σε συγχαίρω. Θα παίζεται για όσο θα υπάρχει ιταλική όπερα. Ποτέ μην προσπαθήσεις να γράψεις κάτι άλλο εκτός από όπερα μπούφα (κωμική): κάθε άλλο είδος θα βλάψει τη φύση σου. Δε διαθέτεις επαρκείς γνώσεις για τη σύνθεση δράματος». Ο Ροσίνι προσπάθησε να αστειευτεί, αλλά είχε πληγωθεί βαθιά από αυτά τα λόγια.
Τον επόμενο χρόνο περιοδεύει στη Γαλλία και στην Αγγλία, λαμβάνοντας εξαιρετικές κριτικές και ιδιαίτερες τιμές. Τα πρώτα σημάδια κατάθλιψης κάνουν την εμφάνισή τους. Υποφέρει από πονοκεφάλους, διάρροια, συχνές ουρολοιμώξεις και αϋπνίες. Σπάνια παίζει πιάνο και πάντα σε σκοτεινό δωμάτιο για να μην τον βλέπουν να κλαίει πάνω απ’ τα πλήκτρα. Εγκαθίσταται στο Παρίσι και προσπαθεί να γράψει πιο σοβαρή μουσική. Συνθέτει το Stabat Mater και είναι βέβαιος πως το κοινό δεν παίρνει σοβαρά αυτή του την προσπάθεια. Το 1830 ανακοινώνει ότι εγκαταλείπει τη μουσική, απόφαση που σοκάρει το κοινό του. Παίρνει διαζύγιο από τη σύζυγό του και λίγο αργότερα παντρεύεται την Ολίμπ Πελισιέ, με την οποία η σχέση τους ήταν περισσότερο σχέση προστασίας και φροντίδας από την πλευρά της Ολίμπ. Από εκεί και μετά επιδίδεται στη γαστρονομία και διοργανώνει στην έπαυλή του δεξιώσεις, προσκαλώντας διάφορες προσωπικότητες από τον χώρο της τέχνης και της λογοτεχνίας. Το πάθος του για το καλό φαγητό τον οδηγεί στην ερασιτεχνική ενασχόλησή του με αυτό, δημιουργώντας μάλιστα και πολλά πιάτα, όπως τα Tournedos Rossini, τα οποία στις μέρες μας φιγουράρουν σε πολλά ιταλικά εστιατόρια.
Έχοντας αντιμετωπίσει για χρόνια μια φθίνουσα υγεία, στα 76 του χρόνια πεθαίνει από πνευμονία στην εξοχική του κατοικία στο Πασσύ. Υπάρχει βέβαια και η εκδοχή ότι πέθανε από καρκίνο στο έντερο. Η δε θεραπεία του προκαλούσε μεγαλύτερο πόνο απ’ την ασθένεια και δεν ήταν λίγες οι φορές που παρακαλούσε το γιατρό του να τον πετάξει απ’ το παράθυρο για να μην υποφέρει(!) Θάφτηκε στο Κοιμητήριο Περ Λασαίζ και τον επόμενο χρόνο, μετά από παράκληση της ιταλικής κυβέρνησης, η τέφρα του μεταφέρεται στη Βασιλική του Τιμίου Σταυρού στη Φλωρεντία.
Μια συνηθισμένη πρακτική για τον Ροσίνι αποτελεί ο Πλαγιαρισμός, η παραβολή δηλαδή μελωδιών και αποσπασμάτων από έργα του, σε άλλα του έργα. Η πρακτική αυτή δεν ήταν κάτι καινούργιο – ο Μπαχ, ο Χαίντελ και τόσοι άλλοι πριν απ’ αυτόν έκαναν ακριβώς το ίδιο. Χαρακτηριστικό στοιχείο στις ενορχηστρώσεις του αποτελεί μια σταδιακή δόμηση έντασης, με βάση ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο· η τεχνική αυτή, που στα χέρια του αναπτύχθηκε αριστουργηματικά, ευθύνεται και για το παρατσούκλι της εποχής, «Signor Crescendo»- («Ο κύριος αυξανόμενη ένταση»).
Ασχολήθηκε περισσότερο με την όπερα παρά με οποιοδήποτε άλλο μουσικό είδος. Οι κωμικές του όπερες διαιώνισαν το όνομά του! Η εξυπνάδα, η κινητικότητα, η χάρη, η διασκεδαστική υφή και η απόλυτα ταιριαστή ενορχήστρωση τους εξασφάλισαν διαχρονική φρεσκάδα. Οι περισσότερες όπερες χαρακτηρίζονται ακόμη και τώρα σαν σελίδες ανεπανάληπτης δροσιάς όπου η ισορροπία της μουσικής και η αίσθηση του ανεξάντλητου χιούμορ του λόγου δένονται σ’ ένα θαυμάσιο σύνολο. Χωρίς την παραμικρή προχειρότητα εντυπωσιάζουν με τον αυθορμητισμό τους: «Γουλιέλμος Τέλος», «Σεμίραμις», «Ο κουρέας της Σεβίλλης», «Ο Μωϋσής στην Αίγυπτο» και πολλά άλλα είναι μερικά από τα αριστουργήματά του όπως, σύντομα κομμάτια για ιδιωτικές συναυλίες. Σ’ αυτά περιλαμβάνονται οι «Αμαρτίες του παλιού καιρού», μια συλλογή από κομμάτια κυρίως για πιάνο, αλλά και για φωνή και μικρά σύνολα, τα οποία συγκεντρώνονται σε 14 τόμους. Αξιοσημείωτο είναι το ότι πολλοί συνθέτες χρησιμοποίησαν θέματα του Ροσίνι για να δημιουργήσουν δικές τους συνθέσεις. Οι περισσότερες από τις όπερές του έπεσαν στη λήθη κατά τη διάρκεια της ζωής του· κάποιες ανασύρθηκαν στην επιφάνεια τα τελευταία 50 χρόνια, χάρη στην αναβίωση του μπελ κάντο, του οποίου και θεωρείται ένας από τους κύριους εκφραστές.
«Ο Ροσίνι έγραψε την πρώτη και την τελευταία πράξη του Γουλιέλμου Τέλου.
Ο Θεός έγραψε τη δεύτερη πράξη»
Gaetano Donizetti