Ο ΣΥΝΘΕΤΗΣ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ
Γράφει η Νατάσα Παπαστάθη, καθηγήτρια μουσικής
Θεόφραστος Σακελλαρίδης (1883-1950)
«Εγώ γράφω με αθηναϊκήν έμπνευσιν. Όταν ακούωμεν μίαν οπερέττα του Λέχαρ λέγομεν: Μυρίζει Βιέννην. Εάν μεθαύριον ειπούν και περί των έργων μου ότι μυρίζουν Αθήνα, επιτρέψατέ μου να το θεωρήσω ως εκπλήρωσιν του καλλιτεχνικού μου ονείρου»
Θεόφραστος Σακελλαρίδης
Ο Lehar της Ελλάδας
Ο πατέρας της ελληνικής οπερέτας
Έλληνας συνθέτης και διευθυντής ορχήστρας
Ο Θεόφραστος Σακελλαρίδης γεννιέται στην Αθήνα το 1883. Ο πατέρας του, Ιωάννης Σακελλαρίδης, είναι διαπρεπής μουσικοδιδάσκαλος, ιεροψάλτης και φιλόλογος και είναι ο πρώτος δάσκαλος μουσικής του γιου του. Οι σπουδές του Θεόφραστου συνεχίζονται επιτυχώς σε Ωδεία των Αθηνών, της Γερμανίας και της Ιταλίας και πολύ σύντομα εμφανίζεται στο κοινό με τις δικές του συνθέσεις. Μαζί με τον πατέρα του και τον αδερφό του Αριστόξενο που είναι βαρύτονος, κατευθύνονται στο Μόναχο, όπου δίνουν κοινή συναυλία στην αίθουσα του Ωδείου της πόλης. Το πρόγραμμα, εκτός από ελληνικούς εκκλησιαστικούς ύμνους περιλαμβάνει και δικές του εναρμονίσεις δημοτικών τραγουδιών που παίχτηκαν απ’ τη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Μονάχου, υπό τη διεύθυνση του ίδιου.
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα ασχολείται με τη σύνθεση μουσικής για το θέατρο, ενώ σύντομα παρουσιάζει την πρώτη του οπερέτα. Συνεργάζεται ως διευθυντής ορχήστρας με τους θιάσους Θ. Οικονόμου και Ι. Παπαϊωάννου, οι οποίοι, μέσα σε βάθος χρόνου ανέβασαν τις πενήντα και πλέον οπερέτες που τον καθιέρωσαν, μαζί με τον Νίκο Χατζηαποστόλου, ως δημιουργό της αθηναϊκής οπερέτας. Με το τέλος της συνεργασίας του με τον θίασο του Παπαϊωάννου εργάζεται ως πιανίστας σε διάφορους θιάσους.
Ο Σακελλαρίδης διετέλεσε μέλος του διοικητικού συμβουλίου της «Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων», ενώ ασχολήθηκε και με την παιδική μουσική συνθέτοντας παιδικά τραγούδια. Το 1926 υπήρξε συγχρηματοδότης, μαζί με τον αδερφό του, του μουσικού εκδότη Ζαχαρία Μακρή στην προσπάθειά του να ιδρύσει δική του δισκογραφική εταιρεία.
Αν και επί 50 περίπου χρόνια διασκέδασε ολόκληρες γενιές με τη δροσερότητα, το γέλιο, την αισιοδοξία και την ηρεμία που χάριζε η τέχνη του, εντούτοις έφυγε από τη ζωήπικραμένος και πάμπτωχος στις αρχές του 1950, από καρκίνο του ήπατος. Η κηδεία του ήταν δημοσία δαπάνη και η ταφή έγινε στο Α’ Κοιμητήριο Αθηνών. Στα τέλη της ζωής του υποχρεωνόταν να παίζει πιάνο σε λαϊκά θέατρα και στα αναψυκτήρια της εποχής για να εξασφαλίζει τα προς το ζην.
Ο Θεόφραστος Σακελλαρίδης ήταν παραγωγικός συνθέτης. Το προσωπικό, εντελώς ξεχωριστό ιδίωμά του δημιουργείται από το αριστοτεχνικό πάντρεμα των ετερόκλητων επιρροών του, που κινούνταν ανάμεσα στο δημοτικό τραγούδι, τα ανατολίτικα ιδιώματα, τη γαλλική και την αυστριακή οπερέτα, την τσιγγάνικη μουσική, την καντάδα, ακόμα και την τζαζ, κάτι που προσδίδει στο έργο του μιααξιοσημείωτη πρωτοτυπία και κάτι που θα έλεγε κανείς πως τον καθιστά διαχρονικό και άξιο λόγου ιδιαίτερα στις μέρες μας ως σημείο αναφοράς. Η μουσική του παρουσία για πέντε ολόκληρες δεκαετίες, γέμισε τις ψυχές του κόσμου με αισιοδοξία, λυρισμό και αγάπη προς την ποιοτική μουσική καθώς ο ίδιος υπήρξε ένας άρτια καταρτισμένος μουσικοσυνθέτης και βαθύς γνώστης του αντικειμένου, ο οποίος υπηρέτησε πιστά το έργο του και υπέγραψε τις μεγαλύτερες επιτυχίες κυρίως του λυρικού μας θεάτρου ενώ παράλληλα ασχολήθηκε και με το δημοτικό μας τραγούδι. Από τα σπουδαιότερα και δημοφιλέστερα έργα του είναι οι οπερέτες «Ο Βαπτιστικός», «Γλυκειά Νανά», «Τσιγγάνικο αίμα», τα τραγούδια «Βάζει ο Ντούτσε τη στολή του», «Μάρω-Μάρω, μια φορά ειν’ τα νιάτα», «Νεράιδα του γιαλού» και πολλά άλλα.
Ο Σακελλαρίδης, ο ογκόλιθος του ελληνικού μουσικού ρεπερτορίου, υπήρξε ένα φωτεινό παράδειγμα προς μίμηση, που όλοι όσοι επιθυμούν να ασχοληθούν με οποιοδήποτε τρόπο με το είδος, οφείλουν να γνωρίζουν την πολυσχιδή και πολυεπίπεδη προσφορά του στα μουσικά πράγματα της χώρας. Άνθρωποι όπως ο Θεόφραστος Σακελλαρίδης πήγαν τα μουσικά πράγματα μπροστά βοηθώντας την άνοδο του πολιτιστικού επιπέδου της νεοελληνικής κοινωνίας στο σύνολο της.
«Ο Θεόφραστος Σακελλαρίδης υπήρξε ο πολυγραφότερος Έλλην συνθέτης, που γνώρισε, ενώσω ζούσε, τη μεγάλη δόξα του ελαφρού λυρικού θεάτρου. Δημοφιλέστατος, ευτύχησε να ιδή το έργο του υιοθετούμενο πανηγυρικά από τον ελληνικό κόσμο. Πολύ δίκαια οι θαυμασταί του τον επωνόμαζαν «Λέχαρ της Ελλάδος» για την πολύπλευρη έμπνευσή του και τη μελωδική του εφευρετικότητα. […] Η παραγωγή του σε οπερέτες είναι πλουσιότατη, γεμάτη από μουσικό οίστρο, δροσιά, αβίαστο αίσθημα και χάρη…»
Σοφία Σπανούδη
Μουσικός – Μουσικοκριτικός