Γιώργος Σισιλιάνος (1920-2005)
Έλληνας συνθέτης, εκπρόσωπος του ελληνικού μουσικού μοντερνισμού
Ο Γιώργος Σισιλιάνος γεννιέται στην Αθήνα το 1920 σε μια μεγαλοαστική οικογένεια με μουσική παιδεία. Αρχίζει τη μουσική του εκπαίδευση στα επτά του χρόνια μαθαίνοντας πιάνο. Στο τέλος της εφηβείας του εισάγεται στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, την οποία εγκαταλείπει μετά από δύο χρόνια για τη μεγάλη του αγάπη, τη μουσική. Εγγράφεται στο Ελληνικό Ωδείο και στο Ωδείο Αθηνών όπου σπουδάζει ανώτερα θεωρητικά με τους σπουδαίους δασκάλους και μουσουργούς Μάριο Βάρβογλη, Κώστα Σφακιανάκη, Γεώργιο Σκλάβο. Συνεχίζει τις σπουδές του στην Ακαδημία Σάντα Τσετσίλια στη Ρώμη παρακολουθώντας σύνθεση με τον διακεκριμένοΙλ. Πιτσέτι και μετά στο Ωδείο του Παρισού. Με υποτροφία Φουλπμράιτ ολοκληρώνει τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και στη Σχολή Τζούλιαρτ της Νέας Υόρκης με καθηγητές τους Γ. Πίστον και Μπ. Μπλάχερ. Η παραμονή του στην Αμερικανική ήπειρο τον φέρνει σε επαφή με τον Δημήτρη Μητρόπουλο, ο οποίος παρουσίασε στο Κάρνεγκι Χολ της Νέας Υόρκης σε πρώτη παγκόσμια εκτέλεση την 1η Συμφωνία του συνθέτη.
Ο Γιώργος Σισιλιάνος θεωρείται από τους πρώτους Έλληνες συνθέτες της μεταπολεμικής γενιάς που ασχολήθηκαν με τα σύγχρονα μουσικά ρεύματα. Η μουσική του υπόστασηδιαθέτει τροπικότητα, νεοκλασικισμό, δωδεκαφθογγισμό, σειραϊσμό, ηλεκτρονική μουσική, ελληνικό στοιχείο αλλά και δυτικό. Οι εκπλήξεις των ρυθμών, των μοτίβων και οι λεπτοδουλεμένες ενορχηστρώσεις του φανερώνουν την υπερβατικότητα και το υψηλό διανοητικό σχήμα των συνθέσεών του. Όλα αυτά τον βοήθησαν να δημιουργήσει το προσωπικό του ύφος, συχνά δραματικής χροιάς. Στα τελευταία του έργα απλοποιεί τη γλώσσα του, ώστε, αν και σύγχρονη, να είναι πιο κατανοητή στο κοινό.
Συνέθεσε πάνω από 60 έργα για όλα τα μουσικά είδη: όπερες, συμφωνική μουσική, μουσική δωματίου, χορωδιακά, τραγούδια, μουσική μπαλέτου και μουσική υπόκρουση για αρχαίες ελληνικές τραγωδίες. Είχε συνεχή καλλιτεχνική παρουσία στην Ελλάδα και το εξωτερικό μέχρι τις τελευταίες ημέρες της ζωής του. Το τελευταίο του έργο «Επτά μυστικά τραγούδια για βαθύφωνο και ορχήστρα, έργο 62» παρουσιάστηκε σε πρώτη παγκόσμια τον Μάρτιο του 2005 στο Μέγαρο Μουσικής από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών. Έργα τουέχουν διευθύνει οι πιο γνωστοί έλληνες αρχιμουσικοί, ενώ μεγάλες ορχήστρες του εξωτερικού έχουν συμπεριλάβει έργα του στο ρεπερτόριό τους.
Έχει τιμηθεί με πολλά βραβεία στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ενώ ανακηρύχθηκε Ιππότης Γραμμάτων και Τεχνών της Γαλλικής και της Ιταλικής Δημοκρατίας. Πήρε το βραβείο Gottfried von Herder, το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών και το βραβείο Μαρία Κάλλας από το 3ο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας. Ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ του Μουσικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Η δράση του έχει επεκταθεί και σε άλλους τομείς: ιδρυτικό μέλος του ελληνικού τμήματος της Διεθνούς Εταιρείας Σύγχρονης Μουσικής, γενικός γραμματέας του Εθνικού Συμβουλίου Μουσικής του Υπουργείου Παιδείας, μέλος του συμβουλίου της Ελληνικής Λυρικής Σκηνής, Πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών, διευθυντής μουσικών εκπομπών, μέλος του Δ.Σ. της ΕΡΤ, μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του Φεστιβάλ Αθηνών, μέλος διεθνών διαγωνισμών μουσικής κ.α.
Πεθαίνει τον Μάρτιο του 2005.