«Οι τέχνες είναι οι πηγές που με κρατούν σε πνευματική εγρήγορση»
Το trikalaculture.gr φιλοξενεί σήμερα με ιδιαίτερη χαρά την συνέντευξη που παραχώρησε στον συνεργάτη μας Χάρη Μαντέλλο ο κ. Λευτέρης Χαρωνίτης, ένας από τους σημαντικότερους ντοκιμαντερίστες του ελληνικού κινηματογράφου. Ο κ. Χαρωνίτης γεννήθηκε στα Σείσαρχα του Δήμου Ανωγείων το 1945, σπούδασε ναυπηγός και σκηνοθεσία και εργάζεται στον κινηματογράφο από το 1969.
Για τις τηλεοπτικές εκπομπές ΕΡΕΥΝΑ, ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ, Η ΑΛΛΗ ΕΛΛΑΔΑ, ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ, Η ΕΡΤ ΣΤΗΝ ΒΟΡΕΙΑ ΕΛΛΑΔΑ, σκηνοθέτησε περισσότερες από 20 ταινίες μικρού μήκους ενώ συνεργάστηκε ως εντεταλμένος παραγωγός με τους σημαντικότερους δημιουργούς του ελληνικού κινηματογράφου όπως Τώνια Μαρκετάκη, Κώστα Σφήκα, Θόδωρο Αγγελόπουλο, τον κ. Κώστα Αριστόπουλο, Νίκο Παναγιωτόπουλο, Νίκο Κούνδουρο, τον κ. Τάσο Ψαρρά κ.ά.
Για το έργο του έχει τιμηθεί με πολλά βραβεία και διακρίσεις όπως Χρυσό Βραβείο Διεθνούς Φεστιβάλ Τεχεράνης, Χρυσό βραβείο Διεθνούς Φεστιβάλ στο Μιλάνο, Βραβείο Διεθνούς Φεστιβάλ στην Μόσχα και Βραβείο Διεθνούς Φεστιβάλ στην Κύπρο.
Έργα του βρίσκονται στο Μουσείο του Λούβρου και στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στη Νέα Υόρκη και σήμερα είναι Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του μουσείου ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ και Πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Σεισάρχων.
1. Κύριε Χαρωνίτη να ξεκινήσουμε λίγο από το τι σας οδήγησε να ασχοληθείτε με τον κινηματογράφο. Ποια ήταν τα πρώτα ερεθίσματα και οι δημιουργοί/ταινίες που σας οδήγησαν σε αυτή την απόφαση;
Μεγάλωσα τη δύσκολη δεκαετία του 1950 στο Ηράκλειο. Παιδί μπήκα στη δουλειά, στο συνοικιακό καφενείο του πατέρα μου που ήταν ένας σπουδαίος κοινωνικός χώρος για την εποχή.
Εκεί συγχρωτίζονταν άνθρωποι της υπαίθρου που είχαν εγκαταλείψει τα χωριά τους για οικονομικούς και πολιτικούς λόγους, προσπαθώντας να βρουν μια δουλειά ή να σπουδάσουν τα παιδιά τους.
Το ραδιόφωνο, οι εφημερίδες, αθηναϊκές και τοπικές, που έπαιρνε ο πατέρας μου, οι ατελείωτες κοινωνικές και πολιτικές συζητήσεις και αντιπαραθέσεις για την Κατοχή, την Αντίσταση και τον Εμφύλιο, ο Καραγκιόζης, οι αθηναϊκοί θίασοι που έρχονταν στην πόλη και ο θερινός κινηματογράφος Ορφεύς της γειτονιάς δημιουργούσαν το κλίμα όπου γνώριζα χαρακτήρες, ήρωες, ανθρώπινες συμπεριφορές, ιδέες και διαμόρφωνα κριτήρια.
Στο Καπετανάκειο Γυμνάσιο ευτυχήσαμε να συναντηθούμε με δυο-τρεις φωτισμένους δασκάλους με εξέχοντα τον αείμνηστο Δημήτριο Πλάκα που στάθηκε για εμένα πνευματικός οδηγός.
Μας έμαθε μέθοδο προσέγγισης των θεμάτων, μας έσπρωξε στην έρευνα, μας μύησε στη γοητεία της τέχνης και μας οδήγησε στη Δημοτική Βικελαία Βιβλιοθήκη Ηρακλείου.
Από νωρίς, εκείνο που συνάρπαζε την νεανική μου ψυχή ήταν η μαγεία του κινηματογράφου. Τα «Δεκατρία εγκλήματα ζητούν ένοχο» του Άλφρεντ Χίτσοκ και «Το κορίτσι της γειτονιάς» της Μαρίας Πλυτά έρχονται στη μνήμη μου ως οι πρώτες ταινίες που, για διαφορετικούς λόγους, οδήγησαν τα συναισθήματά μου σε μια βαθειά σχέση ζωής με την τέχνη του κινηματογράφου.
2. Πόσο επηρεάζουν οι διάφορες μορφές τέχνης την κινηματογραφική σας ματιά δεδομένου ότι εδώ και 50 χρόνια έχετε γυρίσει μια πλειάδα έξοχων ντοκιμαντέρ για τον ελληνικό πολιτισμό και τους δημιουργούς του;
Όπως ξέρετε ο κινηματογράφος είναι μια σύνθετη τέχνη που αξιοποίησε στοιχεία από όλες τις άλλες μορφές τέχνης. Ταυτόχρονα όμως είναι μια νέα γλώσσα επικοινωνίας που κληροδότησε ο εικοστός αιώνας στην ανθρωπότητα. Θεωρώ εκ των ων ουκ άνευ για κάθε κινηματογραφικό δημιουργό την γνώση ή τουλάχιστον την εποπτεία των άλλων, εκτός από τη ζωή και την ιστορία, καλών τεχνών. Η ποίηση, η λογοτεχνία, το θέατρο αλλά κυρίως η ζωγραφική είναι η καταφυγή μου και οι πηγές που με κρατούν σε πνευματική εγρήγορση και κινητοποιούν τη δημιουργική μου σκέψη. Βασικοί άξονες στη δουλειά μου είναι η σχέση του ανθρώπου με το χρόνο, την παραγωγή και τη δημιουργικότητα σε κάθε εποχή. Πάνω στα κατάλοιπα της δημιουργικότητας των ανθρώπων άλλωστε έχουν οικοδομηθεί και οι σύγχρονοι πολιτισμοί.
Από τον Όμηρο μέχρι τον Ντοστογιέφσκι, τον Μπαλζάκ και τον Καζαντζάκη και από τον Ευριπίδη μέχρι τον Σαίξπηρ και τον Μπέρτολντ Μπρεχτ αντλούμε ιστορίες, γεγονότα, ανθρώπινους χαρακτήρες, αντιθέσεις, αισθήματα, ιδέες, αφορμές.
Ίδιες ανθρώπινες αξίες όμως μπορούμε να αντλήσουμε από έναν πίνακα του Καραβάτζιο, του Μπρύγκελ, του Τιντορέττο ή του μεγάλου Έλληνα Δομήνικου Θεοτοκόπουλου κι ακόμη φωτισμούς, σύνθεση της εικόνας και εκφραστικότητα των χρωμάτων.
Πολλές φορές όμως η ζωή, η εποχή, το έργο και οι ιδέες μιας σημαντικής πνευματικής προσωπικότητας μπορεί να έχουν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον που την καθιστά θέμα έρευνας και μελέτης, θέμα για μια κινηματογραφική ταινία.
Για εμένα μια τέτοια περίπτωση είναι ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος με τον οποίο ασχολούμαι κινηματογραφικά περισσότερα από σαράντα χρόνια. Καρπός αυτής της ενασχόλησης είναι εννιά ταινίες με τελευταία το 2017 την ταινία «EL GRECO-ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΕΣ». Όμως το ενδιαφέρον μου στράφηκε και προς άλλους σπουδαίους Έλληνες δημιουργούς με ταινίες όπως «Ο ΘΕΑΤΡΙΚΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ», «ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ-ΑΚΡΟΒΑΤΗΣ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟ ΧΑΟΣ» κ.ά.
3. Ποιες διαφορές πιστεύετε ότι υπάρχουν μεταξύ του γυρίσματος ενός ντοκιμαντέρ και μιας ταινίας μυθοπλασίας; Χρειάζεται ίσως κάποια ιδιαίτερη τεχνική και προεργασία;
Από την εμφάνισή του, το 1885, ο κινηματογράφος ως ένα αξιοπερίεργο φαινόμενο κατέγραφε εικόνες της πραγματικότητας.
Οι πρώτες μάλιστα γαλλικές εταιρείες που ιδρύθηκαν, κυρίως η Πατέ και η Γκωμόν ήταν τεχνικές βιοτεχνίες που κατασκεύαζαν κινηματογραφικές μηχανές λήψης ενώ παράλληλα εκπαίδευαν τεχνικούς στη χρήση τους, τους οποίους έστελναν σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες για να καταγράψουν επίκαιρα γεγονότα που στη συνέχεια μόνταραν και πρόβαλλαν στο κοινό.
Ταυτόχρονα όμως αναδείχτηκαν και οι πρώτοι «σκηνοθέτες» με κυριότερο τον Ζορζ Μελιές ο οποίος έγραφε φανταστικές ιστορίες με επινοημένο μύθο για τις οποίες χρησιμοποιούσε ηθοποιούς, κοστούμια, σκηνικά, φωτισμούς, κλπ. Έτσι είχαμε τις ταινίες μυθοπλασίας.
Μέσα από τις δύο αυτές κατευθύνσεις σπουδαίοι κινηματογραφιστές, σημαντικοί πνευματικοί άνθρωποι σε Ευρώπη και Αμερική ανακάλυπταν σιγά-σιγά τα εκφραστικά μέσα του κινηματογράφου. Συγκροτούσαν, δηλαδή, μια νέα γλώσσα και δημιουργούσαν ταυτόχρονα τα δύο κυρίαρχα κινηματογραφικά ήδη των ταινιών μυθοπλασίας ή φίξιον ή επινοημένου μύθου και την ταινία ντοκιμαντέρ. Και τα δύο αυτά κινηματογραφικά είδη χρησιμοποιούν την ίδια γλώσσα για να αφηγηθούν και να εκφράσουν ιστορίες, γεγονότα, ιδέες κλπ.
Σταδιακά σπουδαίοι δημιουργοί στις ταινίες ντοκιμαντέρ, όπως ο Ρόμπερτ Φλάερτι και ο Τζίγκα Βερτόφ κι οι Τόμας Άινς, Γκρίφιθ, Τσάρλι Τσάπλιν, Αλεξάντρ Ντοβζένκο, Λεβ Κουλέσοφ και Μιχαήλ Σεργκέι Αϊζενστάιν με τα πρωτότυπα και καινοτόμα έργα τους συνέβαλλαν σοβαρά στον εμπλουτισμό και την εξέλιξη της κινηματογραφικής γλώσσας και υποχρέωσαν σημαντικούς θεωρητικούς των τεχνών να αναγνωρίσουν τον κινηματογράφο ως την έβδομη των Καλών Τεχνών.
Η κινηματογραφική γλώσσα έγινε κατανοητή και μέσα απ’ αυτή επικοινωνούν σήμερα οι άνθρωποι σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη μας.
Αναγκαία προϋπόθεση όμως για να δημιουργήσει κάποιος κινηματογραφικά έργα είναι η σπουδή, η γνώση και η εμβάθυνση σ’ αυτή τη γλώσσα που είναι εκ των ων ουκ άνευ για τους σκηνοθέτες τόσο των ταινιών μυθοπλασίας όσο και αυτούς των ταινιών ντοκιμαντέρ.
Ασφαλώς και υπάρχουν και άλλα στοιχεία της κινηματογραφικής αφήγησης που είναι κοινά και άλλα, δεδομένα της παραγωγής κυρίως, που είναι διαφορετικά, π.χ., οι ταινίες μυθοπλασίας στηρίζονται σε αναλυτικό και ακριβές κατά κανόνα σενάριο, σε ηθοποιούς, σε ένα μεγάλο επιτελείο εξειδικευμένων καλλιτεχνικών και τεχνικών συνεργατών. Ο προϋπολογισμός επομένως μιας ταινίας μυθοπλασίας είναι υψηλότερος αν σκεφτούμε ακόμη την ανάγκη πολύπλοκων ντεκόρ, κουστουμιών και τη χρησιμοποίηση ενός μεγάλου όγκου μηχανημάτων.
Κι ακόμη γίνεται φανερό πως ολόκληρη η διαδικασία παραγωγής μιας ταινίας μυθοπλασίας, προετοιμασία, γυρίσματα, τεχνική επεξεργασία και αποπεράτωση είναι πιο σύνθετη.
Οι ταινίες ντοκιμαντέρ, ιδιαίτερα σήμερα, με την εξέλιξη της τεχνολογίας και την ύπαρξη πιο ελαφρών και ευέλικτων μηχανημάτων αλλά και τις δυνατότητες που προσφέρει η ψηφιακή τεχνολογία έχουν μικρότερο κόστος «γυρίζονται» δηλαδή πιο εύκολα και γι’ αυτό έχουμε μια άνθηση του είδους στη χώρα μας.
Ωστόσο κανείς δεν μπορεί να θεωρηθεί κινηματογραφικός δημιουργός αν δεν γνωρίζει την κινηματογραφική γλώσσα, θέσεις και γωνίες λήψης, κινήσεις της μηχανής, γνώση στη χρήση των φακών και των φωτισμών, μοντάζ ή το ρόλο του ήχου και της μουσικής.
4. Υπήρξατε Διευθυντής Παραγωγής σε δύο ταινίες του κορυφαίου Θόδωρου Αγγελόπουλου. Πώς ήταν η συνεργασία σας;
Η γνωριμία μου με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο ξεκίνησε το 1970. Μεσούσης της δικτατορίας μας παρουσίασε την ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ, μια πρωτοποριακή ταινία ρήξης με το παραδοσιακό τότε κινηματογραφικό αφηγηματικό μοντέλο, η οποία προκάλεσε έντονες συζητήσεις μέσα στους κύκλους των νεότερων κυρίως κινηματογραφιστών.
Η ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ με γοήτευσε, θυμάμαι, κι από τότε άρχισα με τον Θόδωρο έναν διάλογο όπου κυριαρχούσαν η πολιτική και ο κινηματογράφος. Οι συχνές συναναστροφές μας σε κινηματογραφικές και αντιδικτατορικές εκδηλώσεις κι αργότερα οι κοινές εμπειρίες μας στα γεγονότα της Νομικής και του Πολυτεχνείου διαμόρφωσαν μια φιλική σχέση αλληλοεκτίμησης.
Μαθητής στη Σχολή Κινηματογράφου ήδη είχα μπει στην παραγωγή ως βοηθός του Παναγιώτη Γλυκοφρύδη. Φαίνεται πως τα κατάφερνα και πολλοί σκηνοθέτες μου εμπιστεύονταν την ευθύνη της παραγωγής των ταινιών τους. Με τον Παντελή Βούλγαρη οργανώσαμε ΤΟ ΠΡΟΞΕΝΙΟ ΤΗΣ ΑΝΝΑΣ κι ακολούθησαν, Ο ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΒΙΑΙΟΣ της Τόνιας Μαρκετάκη, οι ταινίες ΤΟΠΟΣ ΚΡΑΝΙΟΥ του Κώστα Αριστόπουλου, ΤΑ ΧΡΩΜΑΤΑ ΤΗΣ ΙΡΙΔΑΣ του Νίκου Παναγιωτόπουλου, ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ του Κώστα Σφήκα κ.ά.
Μετά την κατάρρευση της δικτατορίας ο Θόδωρος, που έχει αφήσει στη μέση τα γυρίσματα της ταινίας Ο ΘΙΑΣΟΣ, με κάλεσε να ολοκληρώσουμε την παραγωγή της.
Η συνεργασία μας στο ΘΙΑΣΟ μου αποκάλυψε τις πλευρές του Αγγελόπουλου που δεν γνώριζα. Μια ισχυρή εσωτερική πειθαρχία, πώς μια ιδέα γινόταν κινηματογραφικό πλάνο, η απόλυτη προσήλωση στο στόχο του, η σχέση του με συνεργείο, ηθοποιούς αλλά κυρίως η διαδικασία αυτοσχεδιασμού που ακολουθούσε στο στήσιμο ενός πλάνου όπου πολλές φορές ακύρωνε μια εκδοχή και ξεκινούσε από την αρχή. Ο Θόδωρος εξασφάλιζε πάντα την οικονομική δυνατότητα που του επέτρεπε να δημιουργεί αυτό που ήθελε όπως αυτός ήθελε. Μια πολυτέλεια μοναδική για τα ελληνικά κινηματογραφικά δεδομένα.
Οι ταινίες του Αγγελόπουλου ήταν μεγάλες παραγωγές που απαιτούσαν σοβαρή προετοιμασία, καλό προγραμματισμό, οργανωτική ακρίβεια κάθε γυρίσματος και ταυτόχρονα ετοιμότητα και ευελιξία όταν έπρεπε για διάφορους λόγους να εγκαταλειφθεί ένα γύρισμα και να ξεκινήσει ένα άλλο.
Η μέχρι τότε εμπειρία μου με βοήθησε σημαντικά και ο ΘΙΑΣΟΣ ολοκληρώθηκε μέσα στον προβλεπόμενο οργανωτικό και οικονομικό προγραμματισμό.
Μέσα από την εμπειρία του ΘΙΑΣΟΥ οικοδομήθηκε μεταξύ μας μια «μυστική σχέση» εκατέρωθεν αποδοχής. Αναγνώριζε τις ικανότητές μου και ήξερε την εκτίμησή μου σ’ αυτό που έκανε. Μετά τον ΘΙΑΣΟ έστρεψα το ενδιαφέρον μου ως σκηνοθέτης στο δημιουργικό ντοκιμαντέρ. Με τον Αγγελόπουλο ξανασυναντηθήκαμε σαν συνεργάτες το 1980 στο ΜΕΓΑΛΕΞΑΝΤΡΟ όπου ανέλαβα ένα μεγάλο μέρος της ευθύνης για τη δημιουργία της ταινίας και κατόπιν στο ρεπεράζ και τον προγραμματισμό της ταινίας του ΤΟ ΜΕΤΕΩΡΟ ΒΗΜΑ ΤΟΥ ΠΕΛΑΡΓΟΥ.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 είχα αφοσιωθεί στις δικές μου σκηνοθετικές εργασίες ως σκηνοθέτης-παραγωγός και έτσι η συνεργασία μας ήταν δύσκολη. Παρ’ όλα αυτά οι σχέσεις μας γίνονταν ολοένα και πιο φιλικές, βλεπόμαστε συχνά και ο διάλογός μας γύρω από τον κινηματογράφο και την πολιτική απόκτησε μεγαλύτερο εύρος και βάθος, αλλά και η φιλία μας έγινε πιο στέρεη. Συναντηθήκαμε ξανά ως συνεργάτες όταν το 1998 ανέλαβα μαζί με τον Νίκο Σέκερη την ευθύνη της παραγωγής της ταινίας του ΜΙΑ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΜΙΑ ΜΕΡΑ. Το 2000 του αφιέρωσα 3 μήνες για την προετοιμασία της τελευταίας τριλογίας του ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΦΤΕΡΟ. Συγκέντρωση ιστορικών υλικών, συνεντεύξεις με αντιστασιακούς και ζώντα ιστορικά πρόσωπα για το σεναριακό σχεδιασμό καθώς και δυο ταξίδια μου σε Μόσχα και Τασκένδη για έρευνα αγοράς, εξεύρεση συμπαραγωγών, συνεργατών και ιστορικών υλικών για το σενάριο.
Μια εξαιρετική συνολικά συνεργασία 30 χρόνων που οδήγησε και σε μια πνευματική συγγένεια των οικογενειών μας αφού η μικρότερη κόρη του η Ελένη βάπτισε τον πρώτο μου γιο Μίνωα-Εμμανουήλ. Η απώλεια του Αγγελόπουλου ασφαλώς μας συγκλόνισε κι όχι βέβαια μόνον εμάς. Ωστόσο ο Θόδωρος κληροδότησε στην ιστορία της τέχνης του κινηματογράφου ένα σπουδαίο, πρωτότυπο και πολυσήμαντο κινηματογραφικό έργο που μας απασχολεί και θα απασχολεί και τις επόμενες γενιές.
5. Το να κάνει κάποιος κινηματογράφο στην Ελλάδα σήμερα πόσο δύσκολο είναι; Παρακολουθείτε τις δουλειές νέων συναδέλφων σας;
Στην Ελλάδα γίνονται πάντα ταινίες και θα γίνονται με πολύ μεγάλες δυσκολίες βέβαια χάρη στο ταλέντο, τη θέληση και την ισχυρή αγάπη των κινηματογραφιστών για την τέχνη τους.
Δεκαετίες τώρα η κινηματογραφία μας προχωρά άλλοτε με μια ισχνή κρατική οικονομική στήριξη την ενίσχυση της Δημόσιας Τηλεόρασης και κάποιων φιλότεχνων ιδιωτών κι άλλοτε με την αλληλεγγύη των ίδιων των κινηματογραφιστών μεταξύ τους.
Απόδειξη του ταλέντου των κινηματογραφικών δημιουργών αποτελούν ασφαλώς οι δεκάδες διακρίσεις Ελληνικών ταινιών μεγάλου, μικρού μήκους και ντοκιμαντέρ σε πολλά και μεγάλα διεθνή κινηματογραφικά φεστιβάλ. Αναμφισβήτητα ο Ελληνικός κινηματογράφος είναι ο καλύτερος πρεσβευτής του σύγχρονου Ελληνικού πολιτισμού διεθνώς.
Ωστόσο ποτέ δεν υπήρξε στη χώρα μας μια οργανωμένη, σοβαρή Εθνική Κινηματογραφία που να επιτρέπει στους συντελεστές ενός κινηματογραφικού έργου να ζουν από την εργασία τους, έστω και με τις αποδοχές ενός ανειδίκευτου εργαζόμενου.
Η οικονομική κρίση της τελευταίας δεκαετίας και η υγειονομική πανδημία που ακολουθεί διέλυσαν σχεδόν την αναιμική κινηματογραφική παραγωγή.
Η υποχρηματοδότηση, η κατάργηση των ελάχιστων ενισχυτικών κατακτήσεων της Κινηματογραφικής Κοινότητας οδήγησαν σε πρωτοφανή ανεργία χιλιάδες εργαζόμενους σεναριογράφους, σκηνοθέτες, ηθοποιούς, τεχνικούς, μουσικούς και άλλους. Σήμερα ελάχιστοι άνθρωποι του κινηματογράφου ζουν από την εργασία τους. Είναι προφανής, η αδήριτη Εθνική ανάγκη μιας ριζικής μεταρρύθμισης στη νομοθεσία με τη δημιουργία επιτέλους και στη χώρα μας μιας Εθνικής Κινηματογραφίας, όπως υποστηρίζει η Κινηματογραφική Κοινότητα, που θα επιτρέπει να έχει ο ελληνικός λαός το δικό του σύγχρονο κινηματογράφο και οι άνθρωποί του να ζουν από την εργασία τους.
Πυλώνες αυτής της κινηματογραφίας είναι η δημιουργία επιτέλους μιας Ανώτατης Δημόσιας Ακαδημίας οπτικοακουστικών Τεχνών, η θεσμοθετημένη, σταθερή ετήσια σοβαρή επιδότηση της κινηματογραφικής παραγωγής και ένα πενταετές χρηματοδοτικό επενδυτικό πλάνο για τη δημιουργία 100 μικρών σύγχρονων ψηφιακών κινηματογραφικών αιθουσών σε πόλεις, κωμοπόλεις και κεφαλοχώρια όπου δεν υπάρχει πρόσβαση ελληνικών και ευρωπαϊκών ταινιών.
Τέλος για το δεύτερο σκέλος της ερώτησης. Ναι, παρακολουθώ κατά έναν τρόπο τις ταινίες ιδιαίτερα νεότερων κινηματογραφιστών που χάρη στις νέες ψηφιακές τεχνολογίες μας έχουν παρουσιάσει αρετές ταινίες μικρού μήκους και ντοκιμαντέρ, πολλές από τις οποίες είναι υψηλού ποιοτικού επιπέδου.
Άλλωστε, ως μέλος κριτικών επιτροπών σε φεστιβάλ έχω την χαρά να ενημερώνομαι για τις δημιουργίες των νέων κινηματογραφιστών.
Ωστόσο θα ευχόμουν οι νεότερες γενιές κινηματογραφιστών να μην αρκούνται στην κουλτούρα των σύγχρονων μορφών πληροφόρησης, αλλά να στρέψουν το ενδιαφέρον τους και σε δικές μας σπουδαίες αξίες όπως είναι η αρχαία ελληνική γραμματεία και οι διαχρονικές ανθρωπιστικές επιστήμες.
6. Θα ήθελα να σταθούμε λίγο στο ντοκιμαντέρ σας «24 Ιούλη ‘74». Μου είπατε ότι δεν το έχετε στην κατοχή σας και δεν γνωρίζετε αν υπάρχει κιόλας κάπου. Δεν είναι, όπως γνωρίζω, η μοναδική περίπτωση ελληνικής ταινίας που αγνοείται η τύχη της. Θεωρείτε ότι θα έπρεπε κάποια στιγμή να υπάρξει μέριμνα από το κράτος για την ανεύρεση και διάσωση ανάλογων ταινιών;
Δυστυχώς αρκετές ελληνικές ταινίες, μεμονωμένων κυρίως παραγωγών, έχουν «χαθεί» και δεν έχουμε ούτε ένα αντίτυπό των σήμερα. Πρόκειται κυρίως για παλαιότερες παραγωγές που οι δημιουργοί τους έχουν φύγει από τη ζωή και οι κληρονόμοι τους δεν ενδιαφέρθηκαν ή αδιαφόρησαν για την τύχη τους.
Μια περίπτωση που όμως δεν εμπίπτει στην παραπάνω κατηγορία είναι και η πρώτη ταινία μου μεγάλου μήκους «24 ΙΟΥΛΗ» παραγωγής 1974.
Πρόκειται για μια πειραματική ταινία για την εποχή της όπου με τρεις κινηματογραφικές μηχανές καταγράφεται η πολιτική συζήτηση εκπροσώπων τεσσάρων πολιτικών νεολαιών για πολιτικά και οικονομικά θέματα της χώρας ένα χρόνο μετά την μεταπολίτευση.
Ο κινηματογραφικός χρόνος είναι ίδιος με τον πραγματικό χρόνο συζήτησης, 145΄. Η συζήτηση γίνεται πάνω στην ταράτσα του ξενοδοχείου ΛΥΚΑΒΗΤΟΣ της Αθήνας με θέα όλο το Λεκανοπέδιο και αρχίζει αργά το απόγευμα και ολοκληρώνεται νύχτα.
Η ταινία είχε ένα ξεχωριστό ενδιαφέρον και σημείωσε αξιόλογη επιτυχία όταν προβλήθηκε στους κινηματογράφους, αφού έφτασε στις 50.000 εισιτήρια. Θυμάμαι μάλιστα τον αείμνηστο Κώστα Σφήκα που όταν τον είχα καλέσει να δει πρώτος αυτός την ταινία στο μοντάζ μου είχε πει, «είναι ένα πολιτικό γουέστερν…».
Την ταινία φύλασσε ο παραγωγός της Γιώργος Σαμιώτης σε κάποια αποθήκη που τα υλικά της φαίνεται ότι μετακομίστηκαν σε διαφορετικούς τόπους 2-3 φορές. Ύστερα από λίγα χρόνια δεν καταφέραμε να βρούμε ούτε κόπια ούτε το αρνητικό της ταινίας.
Η μέριμνα σε αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να εκδηλώνεται από τους παραγωγούς και τους δημιουργούς των ταινιών. Σε περιπτώσεις όπου βρέθηκαν ταινίες που θεωρούνταν απολεσθείσες πάντα βρίσκονταν οι πόροι για τη διάσωση και αποκατάστασή τους. Σημαντική είναι πάντα η συνεισφορά σ’ αυτό της Ταινιοθήκης της Ελλάδας του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου αλλά και άλλων φορέων.
7. Υπάρχει κάποιο από τα ντοκιμαντέρ που έχετε γυρίσει που θα θεωρούσατε ότι αντιπροσωπεύει πλήρως την πορεία και την αισθητική σας;
Δε θα πω τετριμμένα πράγματα όπως, «Όλες οι ταινίες είναι παιδιά μου», κλπ.
Ωστόσο από τις δεκάδες ταινιών δημιουργικού ντοκιμαντέρ που έχω γράψει και σκηνοθετήσει υπάρχουν κάποιες που η δημιουργία τους, για διαφορετικούς λόγους, με προβλημάτισε περισσότερο.
Η ταινία «ΙΔΑΙΟΥ ΜΥΘΟΙ», π.χ., ήταν γυρίσματα και προβληματισμός δεκαπέντε χρόνων. Το ερώτημα που έπρεπε να απαντηθεί ήταν, πώς αναδεικνύεται η σχέση του ανθρώπου, στην προκειμένη περίπτωση του αρχαιολόγου καθηγητή Γιάννη Σακελλαράκη με το χρόνο. Πώς, δηλαδή, τα ευρήματα της ανασκαφής του στο Ιδαίον Άντρον του Ψηλορείτη, που αποκαλύπτουν έναν τόπο λατρείας για περισσότερους από σαράντα αιώνες, συνδέονται και ταυτίζονται με τη διαχρονία της εξέλιξης του μινωικού και αρχαίου πολιτισμού της Κρήτης. Φαίνεται πως ήταν επιτυχής η σύνθεση γιατί η ταινία τιμήθηκε με κρατικό βραβείο ποιότητας, άρεσε στο κοινό και είχε μια καλή πορεία.
Ήταν η τελευταία ταινία που γύρισα σε φιλμ. Οι «ΚΡΗΤΕΣ ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΕΣ», πάλι, ήταν η πρώτη ταινία όπου έκανα χρήση των δυνατοτήτων της ψηφιακής τεχνολογίας. Η ταινία αυτή μου έθεσε ορισμένα βασικά ερωτήματα στα οποία έπρεπε να απαντήσω με κινηματογραφικό τρόπο. Μέχρι ποιο σημείο, λόγου χάρη, αξιοποιείς τις άπειρες δυνατότητες της τεχνολογίας ώστε να προκύψει ένα ισορροπημένο αισθητικό αποτέλεσμα που να υπηρετεί το περιεχόμενο; Η συγκομιδή πέντε σημαντικών βραβείων σε διεθνή κινηματογραφικά Φεστιβάλ δείχνει ότι το αποτέλεσμα μας δικαίωσε.
Δεν μπορώ όμως να μην αναφερθώ στις εννιά ταινίες μου για τη ζωή και το έργο του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου. Γιατί πρόκειται για μια εργασία έρευνας και μελέτης της περίπτωσης του μεγάλου Κρητικού Φιλόσοφου-Ζωγράφου σαράντα χρόνων. Η τελευταία μάλιστα ταινία «EL GRECO-ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΕΣ» που ολοκλήρωσα το 2017 είναι μια δύσκολη και πυκνή σύνθεση όλων των προηγούμενων ταινιών για τον Θεοτοκόπουλο και είχε σοβαρή απήχηση στο κοινό.
Τέλος η ταινία «ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ-ΑΚΡΟΒΑΤΗΣ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟ ΧΑΟΣ» είχε ιδιαίτερες απαιτήσεις από πλευράς έρευνας και μελέτης γιατί επέλεξα η συμπύκνωση της ζωής και του έργου του σπουδαίου συγγραφέα και διανοητή να στηριχτεί πάνω σε δικά του κείμενα από το ογκώδες έργο και την πλούσια αλληλογραφία του.
8. Έχετε κάποια νέα κινηματογραφικά σχέδια στο μυαλό σας που θέλετε να υλοποιήσετε;
Η καθημερινή εργασία, η οργανωμένη σκέψη και πράξη μας αποκαλύπτουν δυνατότητες και όρια που μας εκπλήσσουν.
Οι μικρές ή μεγαλύτερες δράσεις, κινήσεις, εργασίες και εκφράσεις μας είναι κατά μία έννοια μικρές ιστορίες άλλοτε απλές κι άλλοτε πιο σύνθετες που ολες μαζί συνθέτουν την προσωπικότητα, αυτό που λέμε τη ζωή και το έργο μας κι αυτό κάποτε τελειώνει και μένει ανολοκλήρωτο.
Έτσι δεν πορευόμαστε στη ζωή…;
Επομένως μέχρι να στέκουμε όρθιοι, δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να είμαστε ενεργοί, κάτι να κάνουμε για, «να πεθάνουμε όρθιοι με τα παπούτσια στα πόδια» όπως εύχονται οι Κινέζοι.
Κατά την τελευταία περίοδο, λίγους μήνες πριν ολοκλήρωσα μια εργασία μου που με απορρόφησε τρία χρόνια περίπου. Πρόκειται για μια σειρά ιστορικής έρευνας δώδεκα ωριαίων πορτραίτων προσώπων της σύγχρονης ιστορίας μας, όπως ο Χαρίλαος Τρικούπης, ο Ρόκκος Χοϊδάς, ο Δημήτρης Γληνός, ο Γιάννης Κορδάτος, η Κατίνα Παξινού κ.ά. Η σειρά αυτή έχει τίτλο, «ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΑΙ ΕΠΟΧΕΣ», και προβάλλεται από το HISTORY CHANNEL της COSMOTE με την οποία συνεργάζομαι τα τελευταία χρόνια.
Όμως υπάρχουν κι άλλα ενδιαφέροντα στη ζωή που μας δίνουν χαρά, όπως οι συζητήσεις με τα παιδιά μας, οι συναναστροφές με φίλους, η συμμετοχή στα κοινά, η καλλιέργεια του κήπου ή του περιβολιού…
Όσο για κινηματογραφικά σχέδια, πάντα υπάρχουν. Τώρα δουλεύω πάνω σε ένα σημαντικό ιστορικό θέμα, την ΑΥΤΟΝΟΜΗ ΚΡΗΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ που είναι άγνωστο στο ευρύτερο κοινό, ενώ παράλληλα σχεδιάζω μια ταινία για «ΕΝΑΝ ΕΛΛΗΝΑ ΣΕ ΕΛΑΦΡΑΝ ΑΠΟΚΛΙΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ» μια λοξή ματιά για τη ζωή και το έργο του Κ.Π. Καβάφη.
Ε, δεν είναι λίγα….